Τι είναι η συστημική ψυχοθεραπεία;
Κάθε μια από τις μορφές θεραπείας που έχουν αναπτυχθεί στο χώρο της ψυχικής υγείας διαθέτει ένα θεωρητικό υπόβαθρο. Η συστημική ψυχοθεραπεία βασίζεται στη γενική θεωρία συστημάτων. Πρόκειται για μια θεωρία η οποία αναπτύχθηκε αρχικά στο χώρο της μηχανικής, για να βρει αργότερα εφαρμογή και σε άλλες επιστήμες, όπως η οικονομία, η βιολογία, και η πληροφορική.
Η θεωρία των συστημάτων διαθέτει μεγάλο εύρος και έδωσε εναλλακτικές λύσεις σε δυσεπίλυτα προβλήματα. Θα λεγε κανείς ότι μάλλον αποτέλεσε μια νέα, ριζοσπαστική οπτική πάνω σε παλιά ζητήματα. Ως την εμφάνισή της οι επιστήμονες αναζητούσαν εξηγήσεις πολύπλοκων φαινομένων εστιάζοντας στα συστατικά τους στοιχεία, τα οποία όμως ήταν στη φύση τους πολύ απλά για να δώσουν μια ικανοποιητική ερμηνεία για το όλον. Όσον αφορά στο χώρο της ψυχικής υγείας, αυτός ο τρόπος δουλειάς θυμίζει αρκετά το ιατρικό μοντέλο, όπου το πρόβλημα (η νόσος) αποτελεί μια οντότητα που βρίσκεται μέσα στο άτομο. Η σκόπιμη δηλαδή συμπεριφορά στο παραδοσιακό αυτό μοντέλο εξηγείται ως αποτέλεσμα ενός συστατικού που υπάρχει μέσα στο άτομο.
Η συστημική θεωρία εισάγει τη σκέψη ότι το άτομο αποτελεί ένα πολύπλοκο σύστημα που προκύπτει από την αλληλεπίδραση πολλών συστημάτων (πολύ σχηματικά θα λέγαμε ότι προκύπτει από την αλληλόδραση βιολογικών, γνωστικών, συναισθηματικών συστημάτων, συστηματων κοινωνικών ρόλων και κανόνων ), και η σκόπιμη συμπεριφορά παράγεται μέσα σε αυτό το ευρύτερο σύστημα, από μεμονωμένες δράσεις και στοιχεία των υπο- συστημάτων οι οποίες όμως δεν διαθέτουν από μόνες τους κάποια σκοπιμότητα.
Κεντρικό στοιχείο του ορισμού του συστήματος είναι ότι μια μικρή αλλαγή σε ένα από τα στοιχεία του μπορεί να έχει ως συνέπεια μια μεγαλύτερη αλλαγή στο σύστημα συνολικά.
Η θεωρία των συστημάτων εφαρμοσμένη στην ψυχοθεραπεία και τη συμβουλευτική μας προσκαλεί να δούμε τα ανθρώπινα προβλήματα ως ιδιότητες των πολύπλοκων συστημάτων στα οποία οι άνθρωποι συμμετέχουν. Έτσι, η οικογένεια δεν αποτελεί απλά μια ομάδα, δεν είναι απλά το άθροισμα των μελών της, αλλά ένα ζωντανό σύστημα που προκύπτει από την αλληλεπίδραση και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αλληλεξαρτώμενων ατόμων, ενώ ταυτόχρονα αλληλεπιδρά με άλλα εξωοικογενειακά συστήματα. Τα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζει ένα μέλος της οικογένειας δεν εντοπίζονται κάπου μέσα του, αλλά στις διαδικασίες του συστήματος. Κεντρικό χαρακτηριστικό των ζωντανών συστημάτων είναι η εξέλιξη, η διαμόρφωση και αναδιαμόρφωση των ιδιοτήτων τους (κανόνες, ρόλοι, συμπεριφορές, σκοποί κτλ). Μια αλλαγή σε ένα μέρος του συστήματος θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε αλλαγή των άλλων μερών.
Βασική συνέπεια της συστημικής θεωρίας για την θεώρηση της ψυχικής υγείας είναι η μετακίνηση από το ιατρικό στο ολιστικό μοντέλο και η προσέγγιση της «ασθένειας» ως ψυχοσωματικό φαινόμενο, καθώς με την οπτική των συστημάτων αίρεται ο παραδοσιακός διαχωρισμός ανάμεσα σε «σώμα και ψυχή». Επίσης το «πρόβλημα» ως έννοια ρευστοποιείται για να θεωρηθεί πλέον ζήτημα συν- τονισμού της εξέλιξης των διάφορων συστημάτων όπου συμμετέχει το άτομο.
Σε προηγούμενο άρθρο έγινε μια αδρή αναφορά στο θεωρητικό υπόβαθρο της συστημικής οικογενειακής θεραπείας. Ας δούμε όμως τι σημαίνει η θεωρία αυτή για τη θεραπευτκή πράξη.
Το αίτημα του ατόμου (της οικογένειας ή του ζευγαριού) για βοήθεια θα εξεταστεί από τη θεραπεύτρια σε συνάρτηση με την εξελικτική φάση των συστημάτων στα οποία συμμετέχει και με το ρόλο που έχει μέσα σε αυτά. Με αυτό τον τρόπο ο πελάτης, ως αιτών βοήθεια βγαίνει από το ρόλο του «προβληματικού» και προσκαλείται σε μια θέση από την οποία μπορεί να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί για την προσωπική του εξέλιξη και την ισορροπία στις σχέσεις του. Το πρόβλημα θεωρείται ως μια κατάσταση στην οποία το υπο θεραπεία σύστημα έχει εστιάσει την προσοχή του και τη θεωρεί δυσάρεστη και χρήζουσα αλλαγής. Μία ανεπιθύμητη συμπεριφορά ενός μέλους της οικογένειας ή μια αναπτυξιακή κρίση στη ζωή του είναι αναμενόμενο να επηρεάσει όλα τα μέλη της οικογένειας.
Σε πολλές περιπτώσεις όντας κάποιος σε μια τέτοιου είδους κρίση δε δαθέτει το κίνητρο ή τη δυναμική για να μπει σε μια θεραπευτική σχέση, ωστόσο οι οικείοι του, οι οποίοι ως μέλη του ίδιου συστήματος εμπλέκονται με κάποιο τρόπο στο πρόβλημα μπορούν να έρθουν οι ίδιοι σε επαφή με το θεραπευτή/ θεραπεύτρια για να διερευνήσουν τη δική τους συμμετοχή στο πρόβλημα (άρα και στη λύση του). Αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στην περίπτωση προβλημάτων που προκύπτουν στη ζωή των παιδιών, καθώς ένα παιδί δε διαθέτει τη διανοητική ευχαίρια να αναστοχαστεί πάνω στη συμπεριφορά του (λόγω του νεαρού της ηλικίας), και ούτε την εξουσία να προξενήσει αλλαγές στο περιβάλλον του, καθώς είναι εξαρτώμενο μέλος της οικογένειας. Εξάλλου, όπως ήδη ειπώθηκε στο προηγούμενο άρθρο, μια αλλαγή σε ένα μέρος του συστήματος δημιουργεί τη δυνατότητα αλλαγής και στα υπόλοιπα μέρη. Με τη λογική αυτή η συστημική θεραπεία βρίσκει πολύ καλή εφαρμογή σε ένα οικογενειακό πλαίσιο.
Για τη θεραπευτική σχέση εξακολουθούν να θεωρούνται κομβικής σημασίας η εμπιστοσύνη, η προσωπικότητα και η εμπειρία του θεραπευτή, η ενσυναίσθησή του αλλά και η τάση του να μην επιβάλλει τις λύσεις που αυτός θεωρεί σωστές, απεναντίας να προσεγγίζει τους πελάτες ως ειδικούς για τα δικά τους προβλήματα, με ένα σεβασμό στον άνθρωπο και ίσως μια «ασέβεια» απέναντι στα προβλήματα.
Ένα σύστημα σε πρόβλημα είναι ένα σύστημα που για κάποιους λόγους έχει σταματήσει την εξέλιξή του. Βρίσκεται σε μια αναμέτρηση με την «επόμενη φάση», με το καινούριο. Η συστημική θεραπεία και στάση αποτελεί ένα κατάλληλο πλαίσιο για την ανεμπόδιστη ροή της επικοινωνίας, για το στοχασμό πάνω στους τρόπους με τους οποίους επικοινωνούμε και διαπραγματευόμαστε, ενώ η θεραπευτική σχέση βιώνεται σα μια συνοδεία από την υπάρχουσα κατάσταση στην καινούρια, σε αυτήν που ακόμα δεν τη γνωρίζουμε, αλλά έχουμε τη δυνατότητα να της δόσουμε ένα περίγραμμα.