Η κατά(-)θλιψη ως επικοινωνία με τον εαυτό (απόσπασμα από κείμενο ομιλίας)
Σύμφωνα με τη συστημική προσέγγιση ο εαυτός δεν αποτελεί μια εννιαία συμπαγή οντότητα, αλλά ένα σύστημα σχέσεων. Από αυτή την οπτική θα επιχειρήσουμε τώρα να δώσουμε μια περιγραφή της κατάθλιψης ως μεταφοράς μιας εσωτερικής σύγκρουσης, δλδ μιας σύγκρουσης που λαμβάνει χώρα ανάμεσα σε διακριτές πλευρές του εαυτού μας.
Η κατάθλιψη έρχεται στη ζωή ενός ανθρώπου σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Αυτός ο άνθρωπος ήδη έχει διανύσει μια πορεία ζωής και από μικρη ηλικία έχει ήδη δημιουργήσει ένα πρότυπο σχέσεων με τον εαυτό του και με τους άλλους. Θα διακρίνουμε εδώ δύο πλευρές του εαυτού: Την πλευρά των επιδόσεων και την πλευρά των αναγκών. Η πλευρά των επιδόσεων είναι η πλευρά εκείνη που φροντίζει για τη σχέση μας με τον έξω κόσμο. Η πλευρά που μας ωθεί ή μας πιέζει να είμαστε καλοί στο σχολείο, στη δουλειά μας, να είμαστε καλές κόρες ή καλοί γιοι, να είμαστε σωστές και σωστοί σύζυγοι να είμαστε σωστοί γονείς. Η πλευρά των αναγκών είναι εκείνη η πλευρά του εαυτού που φροντίζει για τη σχέση μας με εμάς, με τον οργανισμό μας, με τον τρόπο που ικανοποιούμε τις ανάγκες μας. Τις ανάγκες για ξεκούραση, χαλάρωση, περιπέτεια, δημιουργία..
Μπορούμε από δω και πέρα εύκολα να φανταστούμε ότι μια σταθερή συμμαχία με την πλευρά των επιδόσεων για πολλά χρόνια ίσως κάποια στιγμή να μας οδηγήσει σε καταπίεση και κούραση, σε αποφυγή των συγκρούσεων με τους άλλους, σε έναν αγώνα να είμαστε και να παραμένουμε πάντα ευγενικές ψυχές. Η σταθερή αυτή συμμαχία μπορεί να διαμορφώθηκε τα πρώτα χρόνια της ζωής, να διατηρήθηκε και να έγινε βασικό συστατικό της σχέσης με τον εαυτό. Πχ σκεφτείτε: άνθρωποι (συνήθως άντρες) που επένδυαν για χρόνια στη δουλειά τους, τα πήγαιναν καλά σε αυτή , απολάμβαναν επιτυχίες. Αλλά παραμένοντας καλυμμένοι από αυτό το κομμάτι της ζωής τους έδωσαν λιγότερη σημασία σε άλλες δεξιότητες και ανάγκες για προσωπική εξέλιξη. Έρχεται όμως κάποια στιγμή η ώρα της συνταξιοδότησης. Ή γυναίκες που μεγάλωσαν με τη σταθερή απαίτηση να είναι ευγενικές, να μην ενοχλούν, να φροντίζουν και να αγαπούν τα μέλη της οικογένειάς τους, βρίσκονται πολύ συχνά στην πορεία της ζωής σε συγκρούσεις αφοσίωσης: πρέπει να φροντίσουν τους γέρους γονείς τους και ταυτόχρονα κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας που μπορεί να νοσεί (σύζυγο ή πεθερικά). Η πάγια εντολή μέσα τους λέει ότι πρέπει να είναι εκεί για όλους. Αυτό όμως πρακτικά αποκλείεται. Έρχονται στη δύσκολη θέση να διαλέξουν. Αλίμονο όμως, ότι κι αν διαλέξουν οι ενοχές και η αυτομομφή για αυτό που εγκατέλειψαν θα είναι εκεί.
Από που θα καταλαβαίναμε λοιπόν, ότι ένας άνθρωπος διατηρεί αυτή τη σταθερή σχέση με την πλευρά των επιδόσεων; Θα φαινόταν ίσως από την έντονη αφοσίωσή του στους άλλους, από την τάση του να αναλαμβάνει ευθύνες που δεν του αναλογούν, όπως την ευθύνη για το να είναι όλοι οι δικοί του καλά και να έχουν μια καλή ζωή.
Η ενοχή λοιπόν και η αυτομομφή έρχεται από την πλευρά των επιδόσεων για να πει στο άτομο ότι δεν επιτρέπεται να σκέφτεται, να εκφράζει και να ικανοποιεί τις δικές του ανάγκες. Αν αποφασίσει να υπακούσει στα καλέσματα της πλευράς των αναγκών για ξεκούραση και απόλαυση η πλευρά των επιδόσεων πάλι θα του ζητήσει το λόγο, λέγοντάς τον προδότη.
Έρχεται λοιπόν κάποια στιγμή που όποιο μέρος κι αν διαλέξει το άτομο θα τιμωρηθεί. Από τη μία αντιλαμβάνεται ότι ο τρόπος που προχωρούσε ως τώρα δεν του ταιριάζει πια, από την άλλη αν αποφασίσει να ασχοληθεί με τις ανάγκες του θα υπάρξει τιμωρία, τόσο από την πλευρά των επιδόσεων όσο και από τους οικείους του, γιατί αυτό είναι κάτι που μάλλον δεν έχουν ξαναδεί από κείνον. Η εσωτερική αυτή σύγκρουση λειτουργεί παραλυτικά για το άτομο, και το παραλυτικό βίωμα ταιριάζει αρκετά με την εικόνα που παρουσιάζει ένα άτομο σε κατάθλιψη.
Σε αυτό το σημείο θα ήταν χρήσιμο να τονίσουμε ότι σύμφωνα με αυτό το μοντέλο είναι φυσικό επακόλουθο η αύξηση των διαγνώσεων σε περίοδο κρίσης και σε όλο μικρότερες ηλικίες, καθώς η οικονομική κρίση και η ανεργία έχουν ως αποτέλεσμα την αυξανόμενη πίεση για επιδόσεις.
Αυτά για μια συστημική οπτική του εσωτερικού βιώματος της κατάθλιψης. Ή αν μου επιτρέπεται να το πω για μια πορεία προς την κατάθλιψη. Όπως είπαμε όμως, για να διαγνωστεί κάποιος, ή για να πουν οι άλλοι ότι έχει κατάθλιψη, το βίωμα αυτό δεν αρκεί να υπάρχει, πρέπει να μιληθεί.
Θα μιλήσουμε τώρα για την κατάθλιψη ως επικοινωνία με τους άλλους. Σας προσκαλώ σε αυτό με το ερώτημα:
Σε τι είδους σχέση δε θα υπάρχει η ανάγκη να παρουσιάσει κάποιος την κατάθλιψή του;