Μήπως έχω κατάθλιψη; (προς μια θεώρηση της κατάθλιψης ως κατασκευής)
Το ερώτημα αυτό φαίνεται πως τον τελευταίο καιρό βρίσκεται στα χείλη όλο και περισσότερων ανθρώπων, ακολουθούμενο εννίοτε από καταφατική απάντηση αυτο-διάγνωσης. Παράλληλα, τα ποσοστά διάγνωσης της συγκεκριμένης διαταραχής αυξάνονται γοργά. Τι είναι αυτό που συμβαίνει λοιπόν; Ζούμε σε ένα κόσμο που παράγει κατάθλιψη;
Η αρχή έγινε με τη διάχυση της ψυχιατρικής ορολογίας στο ευρύ κοινό μέσα από τα ΜΜΕ και το Internet –και ειδικά γνωστή μηχανή αναζήτησης που φαίνεται να ξέρει τα πάντα. Στη συνέχεια πολλοί γνωστοί της εγχώριας showbiz παραδέχτηκαν σε εκ-βαθέων συνεντεύξεις τους ότι παράλληλα με την αυξανόμενη επιτυχία τους υποφέρουν κατά καιρούς από επεισόδια κατάθλιψης. Ταυτόχρονα η οικονομική κρίση στην Ελλάδα βαθαίνει και οι ‘κοινοί θνητοί ‘ βλέπουν τα περιθώρια να στενεύουν γύρω τους, καθώς η οικονομική κατάσταση καθιστά απαγορευτικές διεξόδους αναψυχής που παλιότερα θεωρούνταν δεδομένες, ενώ αυξάνεται κατακόρυφα η ανεργία και η αβεβαιότητα για το μέλλον.
Οι εξελίξεις αυτές –ίσως σε άλλη κλίμακα- μπορούν να ειδωθούν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο αυτό που αποκαλούμε δυτικό κόσμο. Τα επιστημονικά πεδία της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας δε θα μπορούσαν να μείνουν ανεπηρέαστα από αυτές. Στην πρόσφατη αναθεώρηση του DSM, του ψυχιατρικού εγχειριδίου που εμπεριέχει όλες τις νοσολογικές κατηγορίες, δλδ τις διαγνώσεις, έχουν αυξηθεί οι περιγραφές που εμπίπτουν στην κατηγορία της κατάθλιψης. Αυτό σημαίνει ότι κάποιες ψυχικές καταστάσεις που πριν δεν θα έπαιρναν τη διάγνωση της κατάθλιψης τώρα θα την πάρουν. Αυτό φυσικά δεν αποτελεί μια παγκόσμια πρώτη , αλλά είναι ο τρόπος εξέλιξης του επιστημονικού πεδίου, καθώς κάποιες περιγραφές που προηγουμένως ήταν υπό διερεύνηση πλέον τοποθετούνται σε μια κατηγορία, ώσπου τα δεδομένα να αλλάξουν ξανά κ.ο.κ. Έτσι λοιπόν, καταννοούμε ότι πέρα από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στο ψυχοκοινωνικό πεδίο, τα αυξημένα ποσοστά διάγνωσης ωφείλονται και στις αλλαγές στο επιστημονικό πεδίο.
Φυσικά υπάρχουν καταστάσεις όπου η φαρμακολογική φροντίδα αποδεικνύεται αποτελεσματική . Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις όπου η συναισθηματική διαταραχή είναι αποτέλεσμα της ταλαιπωρίας του ατόμου στον κοινωνικό και οικογενειακό του βίο. Σε τέτοιου είδους καταστάσεις η ιατρική οπτική ίσως να μην είναι η καταλληλότερη ή ίσως να μην έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα αν δε συνοδεύεται από κάποια ψυχοθεραπεία- μια θεραπεία μέσω του λόγου. Σε μια τέτοιου είδους θεραπεία μπορούν να εξεταστούν οι παράγοντες που οδήγησαν το άτομο στην καταθλιπτική κατάσταση αλλά και τα όπλα που διαθέτει για να την αντιπαλέψει. Εξάλλου όλο και περισσότερο γίνεται πια παραδεκτό από όλους τους επαγγελματίες υγείας ότι τόσο η υγεία όσο και η ασθένεια είναι φαινόμενο ψυχο-σωματικό κι όχι αποκλειστικά σωματικό ή ψυχικό.